Πριν λίγο καιρό έβαλα το πρώτο post σχετικά με το AliceVerissi, το οποίο θα βρείτε εδώ σε περίπτωση που δεν το έχετε κιόλας διαβάσει. *Μια θερμή παράκληση προς τους τακτικούς αναγνώστες μας: Διαδώστε τα posts! Όταν βγαίνει κάτι καινούριο για αλισβερίσι, πείτε το στους φίλους σας που μπορεί να ενδιαφέρονται, ή κάντε μια αναφορά στο blog σας αν είναι δυνατόν! Τα διαθέσιμα αντικείμενα φέρουν την ετικέτα "πάρε κόσμε".* Επανέρχομαι, λοιπόν, αφού το τσαγιερό χαρίστηκε και έχει ήδη πάρει το δρόμο για το καινούριο του σπίτι!
Τα φλιτζανάκια
Σετ από δύο φλιτζανάκια τσαγιού Royal Albert με ασσορτί πιατάκια. Από πολύ καλό σπίτι, με ευγενική καταγωγή και εξαιρετική ανατροφή. Τα πιατάκια χωράνε και κουλουράκι. Καμαρώστε τα. :-) Το μπροστινό pattern είναι Lavender Rose, και πρωτοκυκλοφόρησε το 1961. Το pattern αριστερά είναι Winsome, του 1966. Και τα δύο φλιτζανάκια είναι σχήματος Montrose. Δε μπορεί, όλο και κάποιος θα τα θελήσει, έστω και για πλάκα βρε παιδιά! LOL Μπορούν άνετα να προστεθούν σε συλλογή σε σκρίνιο με πορσελάνες, να χαριστούν σε κάποιον που θα τα εκτιμήσει, ή να φανούν χρήσιμα σε θίασο που ανεβάζει έργα εποχής. Προλάβετε!
Εδώ και κάποιον καιρό, η Saigon ανεβάζει μερικά άρθρα από κυριακάτικες εφημερίδες που τις αγοράζει με το κιλό (σε λίγο θα παίρνει το Saigonmobile και θα πηγαίνει να τις παίρνει). Αυτή την Κυριακή που μας πέρασε λοιπόν, ήρθε η σειρά μου να πάρω με το κιλό εφημερίδες και να καθίσω να τις ψειρίσω με τις ώρες σε γνωστό καφέ της Σαϊμπάι. Μετά από 3,5 ώρες, δυο τσίζκεηκ με φρούτα του δάσους, πέντε ποτήρια νερό και ένα γιγαντιαίο παγωμένο τσάι με γάλα, μερικά άρθρα μού μείνανε στο μυαλό και τριγυρίζανε για ώρες...
Ένα από αυτά είναι μιας αναγνώστριας, της Βασιλικής Βλάχου, κι έχει να κάνει με τα όπλα. Επειδή έχω χάσει πολύ καλό μου φίλο επειδή έπαιζε με το όπλο του πατέρα του και αυτοπυροβολήθηκε, το άρθρο έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για μένα αλλά πιστεύω ότι είναι γενικά ένα φαινόμενο που πολύ κόσμο αφορά. Ο φίλος μου αυτός ήτανε μόλις 11 χρόνων, 5 χρόνια μεγαλύτερος από την κοπέλα στο άρθρο. Ορίστε το κείμενο:
"Για έναν εντελώς ανεξήγητο λόγο, από τότε που ήμουν μικρή μού άρεσαν τα όπλα. Και λέγοντας «ανεξήγητο», το εννοώ. Σε ένα απόλυτα φιλήσυχο οικογενειακό περιβάλλον, με δύο αξιαγάπητους γονείς που δεν χαλούσαν κανένα -πραγματοποιήσιμο - χατίρι της μονάκριβης κόρης τους, όπου δεν υπήρχε το παραμικρό ίχνος ψυχικής και σωματικής βίας, ένα εξάχρονο κοριτσάκι χαμογελούσε παιχνιδιάρικα κάθε φορά που έβλεπε σε ταινίες κάποιον μαφιόζο να κραδαίνει όπλο. Αν δε υπήρχε κανένας ελεύθερος σκοπευτής που κατόρθωνε να εκτελέσει με αριστουργηματική ακρίβεια το θύμα του, μια λάμψη ευτυχίας διαφαινόταν στο βλέμμα μου. Φυσικά, ποτέ δεν είχε βρεθεί στο σπίτι μας όπλο-παιχνίδι. Η Μπάρμπι ετοίμαζε το βραδινό στον καλό της, τα μικρά μου πόνυ κάλπαζαν με ξέφρενη χαρά σαν ντοπαρισμένα, ενώ τα στρουμφάκια διεξήγαν βίο έντιμο στο στρουμφοχωριό. Όπλο πουθενά.
Κάθε καλοκαίρι πηγαίναμε για μία εβδομάδα στο χωριό του πατέρα μου. Ως παιδί της πόλης, έβλεπα την επίσκεψη αυτή ως μια πρωτόγνωρη, εξωτική ευκαιρία να ανακαλύψω καινούργιους κόσμους. Τα μεγαλύτερα ξαδέλφια μου, που με έβλεπαν σαν καλομαθημένη αστική μασκότ, δεν έχαναν ευκαιρία να με μυούν σε κάθε βουκολική εμπειρία (πρόβατα στο μαντρί, κότες, αργαλειός, άρμεγμα), την οποία εγώ δεχόμουν με ενθουσιώδη ευλάβεια.
Ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε ο ξάδελφος μου με μια καραμπίνα. Ετοιμαζόταν να πάει για κυνήγι. Περιττό να πω ότι στη θέα της καραμπίνας - πρώτη φορά έβλεπα αληθινό όπλο - η συγκίνηση μου ήταν μεγάλη. Τον παρακάλεσα να μου τη δώσει να παίξω και εκείνος, παραξενεμένος κάπως, μου την παρέδωσε, άδεια φυσικά. Τα αδύνατα χέρια μου λύγισαν από το βάρος, αλλά το δέος μου ήταν τέτοιο, που τίποτε δεν με πτοούσε. Έτρεχα χαρούμενα και κρυβόμουν σε κάθε γωνιά, ως ελεύθερος σκοπευτής, σήκωνα θαρραλέα το νέο μου παιχνίδι και σημάδευα ό,τι μου τραβούσε την προσοχή.
Έκλεινα το ένα μάτι και εστίαζα στον στόχο. Κρατούσα την ανάσα μου, πίεζα τη σκανδάλη για να ακουστεί ένα ελαφρύ κούφιο «κλικ» και φανταζόμουν τον καρπό της ελιάς να κατρακυλά αναίσθητος από το κλαρί του δέντρου. Με τη φαντασία μου γινόμουν ανίκητη πολεμίστρια που κατατρόπωνε τα πάντα στο διάβα της.
Όλα αυτά ως τη στιγμή που ένας ζωντανός στόχος έκανε δειλά την εμφάνιση του. Ένα μικρό σπουργίτι κοντοστάθηκε αμέριμνο, σαν να κατάλαβε το αθώο παιχνίδι μου και θέλησε να πάρει μέρος σε αυτό. Μόλις το είδα, το σημάδεψα χαρούμενη, πάτησα με μεγάλη πλέον
ευκολία τη σκανδάλη και άλλη μία φανταστική εκτέλεση πραγματοποιήθηκε. Το σπουργίτι με κοιτούσε χαριτωμένα και εγώ ένιωθα ότι προσπαθούσε να φανεί άξιος συμπαίκτης, εισπράττοντας στωικά τις φανταστικές μου σφαίρες.
Το παιχνίδι μας διακόπηκε από τον ξάδελφο μου, ο οποίος, έχοντας βαρεθεί να περιμένει, ήρθε να πάρει πίσω την καραμπίνα του. Ενθουσιασμένη, του έδειξα τον νέο φίλο μου. Αυτός χαμογέλασε και καταπιάστηκε με το να κάνει κάτι στην καραμπίνα - δεν καταλάβαινα ακριβώς τι. Τον είδα να σημαδεύει το σπουργίτι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το σημάδευα και εγώ και σκέφτηκα ότι επιτέλους και άλλοι συμμερίζονταν το παιχνίδι μου. Στο πάτημα όμως της σκανδάλης, αντί για το μικρό, κούφιο «κλικ» που έκανε όταν την τραβούσα εγώ, ακούστηκε τώρα ένας ανατριχιαστικός και εκκωφαντικός κρότος. Σαν να περίμενε μία ακόμη φανταστική σφαίρα, το σπουργίτι δεν κουνήθηκε καν. Σπαρτάρισε λίγο, περισσότερο ξαφνιασμένο παρά πληγωμένο, και προσγειώθηκε στο χώμα. Δεν ήξερα τι να κάνω ή τι να πω. Ήταν η πρώτη φορά που αισθανόμουν το συναίσθημα της ενοχής. Καθώς προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα μου, ο ξάδελφος μου με επιβράβευε για το θήραμα που του είχα εξασφαλίσει. Ήταν για μένα το πιο ωμό ξεμπρόστιασμα της βίας. Ένας άδικος θάνατος που στιγμάτισε παραδειγματικά την εξάχρονη καρδιά μου και της έδωσε ένα καλό μάθημα. Δεν ξανάπιασα όπλο ποτέ."
Πριν αρκετό καιρό ανακάλυψα εντελώς τυχαία ένα πολύ ενδιαφέρον blog, με το ευφάνταστο "ονοματεπώνυμο" AliceVerissi. Μέσα από το AliceVerissi μπορούσε κανείς να χαρίσει κάτι που δεν ήθελε πια, σε όποιον εκδήλωνε ενδιαφέρον. Τυπικά η λέξη αλισβερίσι δηλώνει τη δοσοληψία, αλλά έστω κι έτσι η κίνηση αυτή βοηθούσε να ανακυκλώνονται ανεπιθύμητα μα ακόμα χρήσιμα αντικείμενα.
Το συγκεκριμένο blog είναι ανενεργό εδώ και μερικούς μήνες, και οι προσπάθειές μου να επικοινωνήσω με την κοπέλα που το διαχειριζόταν απέβησαν άκαρπες. Επειδή όμως η ιδέα μού άρεσε πάρα πολύ, και επειδή γενικώς πάντα ήμουν της άποψης πως τα πράγματα (ρούχα, διακοσμητικά, παπούτσια, αξεσουάρ) δεν είναι σωστό να τα τρώει το μαύρο σκοτάδι, και καλύτερα να τα τιμά κάποιος άλλος στον οποίο κάνουν / ταιριάζουν / αρέσουν παρά να πιάνουν τόπο ή σκόνη, αποφάσισα να προχωρήσω σε μια μικρή αναβίωση...
Το τσαγιερό
Ολοκαίνουριο, εντελώς αχρησιμοποίητο, το αγοράσαμε από το ΙΚΕΑ (φυσικά, από πού αλλού? Baygon μη γελάς, σε βλέπω) αλλά ατύχησε για δύο λόγους: πρώτον- την ακριβώς επόμενη μέρα μια ξαδέρφη έφερε για δώρο γάμου ένα μεγαλύτερο σε πορτοκαλί χρώμα, όπου πλέον ετέθη θέμα προτίμησης, και δεύτερον- στη διαδρομή ως το σπίτι, κάπου συναντήθηκε με κάτι αιχμηρό και απέκτησε αυτό το βαθουλωματάκι που φαίνεται και στη φωτογραφία και του χαλάει τη μόστρα. Κατά τα άλλα, είναι ωραιότατο, καθαρό, και χαρίζεται σε όποιον το λιμπιστεί. Υ.Γ.: Δείτε το εδώ στο αμερικάνικο site, μιας και το δύσχρηστο ελληνικό έχει μόνο μια βερσιόν του έντυπου καταλόγου... :-S (Και αν κάποιος από σας έχει κάτι για δόσιμο, προτίθεμαι να δημοσιεύω εδώ τις προσφορές σας και να σας φέρνω σε επαφή με τον πρώτο τυχερό ενδιαφερόμενο για να γίνει το αλισβερίσι!)